ΜΑΝΤΙΝΑΔΑ

Οι Κρητικοί λογοτέχνες, ποιητές, μαντιναδόροι, έχουν την εύνοια μιας μοναδικής εξαιρετικής μοίρας. Έχουν στη διάθεση τους μια μοναδικά ευλύγιστη, εκφραστική, δυναμική και άρα ποιητική γλώσσα. Η μαντινάδα είναι ένα ξεχωριστό ποιητικό είδος, γνωστό και σε άλλες ελληνικές περιοχές κυρίως του νησιωτικού χώρου. Στην Κρήτη, ακόμη και σήμερα παρουσιάζει ιδιαίτερη άνθηση και θα λέγαμε πως, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέσα καλλιτεχνικής έκφρασης του κρητικού λαού. Η μαντινάδα εκφράζει την αγάπη, τη χαρά, τον πόνο, την αγωνία, τον καημό, τη νοσταλγία, τη λαχτάρα, το φόβο, τη συγκίνηση και κάθε συναίσθημα, είτε αλληγορικά είτε κυριολεκτικά. Κάθε στίχος κρύβει μέσα του μουσική, είναι ο ίδιος ένας μουσικός κώδικας που ξεσηκώνει και συγκινεί. Οι μαντινάδες είναι ένα κομμάτι της Κρήτης, μια αστείρευτη πηγή αναμνήσεων και μέσα τους καθρεπτίζεται ολοκάθαρα η λαϊκή κρητική ψυχή.

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ:

Η λέξη μαντινάδα προέρχεται ετυμολογικά από τα «μαντεύω, μαντεύομαι» εξ’ ου και μάντης, μαντείο…επειδή το ποίημα – μαντινάδα , περιέχει χρησμό ή προμήνυμα, έκφραση απόκρισης, προαίσθημα, συναίσθημα κ.λ.π. Ο χρησμός και η προφητεία, είναι κατά βάση συναίσθημα. Eκφράζεται, δηλαδή, ανάλογα με το τι αισθανόμαστε. Έτσι και η μαντινάδα εκφράζει την ψυχική μας κατάσταση. Αρκεί να σκεφτούμε πως οι μαντινάδες, σχεδόν ποτέ, δεν προφέρουν τα ονόματα εκείνων στους οποίους απευθύνονται και προσπαθούμε να τα εξακριβώσουμε μάλλον με μια περίπου «μαντική τέχνη».

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΑΣ:

Σύμφωνα με τον Στράβωνα ( Γεωγραφικά I, IV ), ο Kρητικός μάντης Επιμενίδης (6ος π.Χ. αι.) έγραφε τους χρησμούς του σε ποίηση, έπη. Ο Παυσανίας (Αττικά, 34) αναφέρει πως στο μαντείο του Αμφιάραου, κοντά στον Ωρωπό, υπήρχε ένας Κρητικός με το όνομα Ιοφών, από την Κνωσό, που τους χρησμούς των εξηγητών τους έλεγε με εξάμετρους στίχους. Σύμφωνα με το Διόδωρο Σικελιώτη (Ιστορική βιβλιοθήκη 5, 74-76 ) ….η ποίηση και η μουσική ξεκίνησαν από την Κρήτη και είναι στο αίμα των Κρητικών από τη Μινωική εποχή.
Αγάπες, έρωτες, χαρές, πόνους και αναμνήσεις
μες σε τριάντα συλλαβές μπορείς να φυλακίσεις.
———————
Η μάνα στένει το βοριά μέσα στη καταιγίδα
και κάνει για το σπλάχνο τσι την αστραπή ηλιαχτίδα
——————–
Ήλιος εσύ κι εγώ λαμπρό Φεγγάρι θε να γίνω
για να σου πω το σ’ αγαπώ την ώρα που θα σβήνω.
———————
Κάθε σου κίνηση χορός κι ανάσα σου τραγούδι
και κάθε σου χαμόγελο της άνοιξης λουλούδι.
———————
Μελαγχολείς και ‘γώ φτερά δίνω στη σκέψη πάλι,
να ‘ρθεί απ’ τ’ αδιέξοδο απού ‘σαι να σε βγάλει.